- παλαιότερος
- παλαιόςold in yearsmasc nom comp sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φοίνικος παλαιότερος. — См. Феникс … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
αρχειοθηκονομία — παλαιότερος όρος για την αρχειονομία* … Dictionary of Greek
αιματόζωα ή αιματοζωάρια — Παλαιότερος όρος για τα ζωικά παράσιτα των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Τα κυριότερα ενδοερυθροκυτταρικά παράσιτα είναι τα πλασμώδια της ελονοσίας, και οι λεϊσμάνιες … Dictionary of Greek
Ιαμαϊκή — Παλαιότερος, εξελληνισμένος τύπος της ονομασίας του νησιού Τζαμάικα (βλ. λ.) … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Limnos — Gemeinde Limnos Δήμος Λήμνου … Deutsch Wikipedia
феникс — (иноск. шут.) редкий по дарованиям человек (намек на феникса, баснословную птицу, которая после самосожжения восстает возобновленной) Ср. Как феникс из пепла возрождающийся . Ср. Общественное мнение невольно было обращено на этого нежданно… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона
Феникс — Фениксъ (иноск. шут.) рѣдкій по дарованіямъ человѣкъ (намекъ на феникса, баснословную птицу, которая послѣ самосожженія возстаетъ возобновленной). Ср. «Какъ фениксъ изъ пепла возрождающійся». Ср. Общественное мнѣніе невольно было обращено на… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
ветъшѣи — (1*) сравн. степ. Старший. В роли с.: ветъшѣи въ епискоупии раздѣл˫аеть а мьнии и разбиѥть. (ὁ παλαιότερος) КЕ XII, 161а … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Δελφοί — Ορεινή κωμόπολη (υψόμ. 580 μ., 2.373 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, 21 χλμ. ΝΑ της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Ο σημερινός οικισμός διαδέχτηκε τον παλαιότερο… … Dictionary of Greek